Μοράλες, Λούις ντε-

Μοράλες, Λούις ντε-
(Luis de Morales, 1509 – 1589). Ισπανός ζωγράφος. Οι σύγχρονοί του τον ονόμαζαν «ο ζωγράφος των θείων», γιατί ζωγράφισε έργα αποκλειστικά θρησκευτικού περιεχομένου. Είχε υποστεί την επίδραση των παλιών φλαμανδών ζωγράφων και έδωσε στις μορφές του την αυστηρότητα που υπάρχει στους άγιους της ισπανικής μεσαιωνικής εκκλησίας. Από διάφορες αντιγραφές του συμπεραίνεται πως έτρεφε μεγάλο θαυμασμό στην τέχνη του Μιχαήλ Άγγελου. Έργα του βρίσκονται σε πολλά μοναστήρια, εκκλησίες και μουσεία της Ισπανίας. Από τα κυριότερα έργα του είναι: «Ίδε ο άνθρωπος», «Η Παναγία με το θείο βρέφος» και «Κεφαλή Χριστού» στο Πράντο της Μαδρίτης. Επίσης αξιόλογα έργα είναι ο πίνακας «Προς το μαρτύριο» που βρίσκεται στο Τολέδο και «Παρθένα που κρατάει τον νεκρό Χριστό» στην Ακαδημία Σαν Φερνάντο. «Πιετά», πίνακας του Ισπανού ζωγράφου Λούις ντε Μοράλες (Ακαδημία Σαν Φερνάντο, Μαδρίτη). «Η Παναγία με το Βρέφος», έργο του Ισπανού ζωγράφου Λούις ντε Μοράλες, στο οποίο η τυπολογία του Ραφαήλ και οι τονικές διαβαθμίσεις του Λεονάρντο συνδυάζονται αρμονικά με μια λεπτή παθητικότητα και μια χαρακτηριστική ισπανική θρησκευτικότητα (Μουσείο Πράντο, Μαδρίτη).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • αγνότητα — Ηθικοθρησκευτική έννοια που οι διάφοροι πολιτισμοί τής έδωσαν διαφορετικό περιεχόμενο, το οποίο όμως θα μπορούσε να οριστεί γενικά ως αποχή από τη σεξουαλική επαφή, είτε σχετική (μεταξύ αγάμων, συγγενών, μελών της ίδιας πατριάς κλπ.) είτε απόλυτη …   Dictionary of Greek

  • μανιερισμός — (ιταλ. mannierismo). Καλλιτεχνικό ρεύμα το οποίο αναπτύχθηκε στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Ιταλία, τον 16o αι. Τα κυριότερα γνωρίσματά του είναι οι επιμηκυσμένες και μακρόστενες μορφές σε υπερβολικά επιτηδευμένες στάσεις, ο υπερβολικός τονισμός των …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”